Τρίτη, Αυγούστου 21, 2007

'Οσα δεν λέγονται



Υπάρχουν μερικά πράγματα για τα οποία, στην σχέση γιατρού- ασθενούς, εμείς οι γιατροί ή μιλάμε πολύ δύσκολα, ή δεν τα λέμε με το όνομα τους. Παραδείγματα;

Η διερεύνηση της ύπαρξης στυτικής δυσλειτουργίας, επιπλοκή που μπορεί να εμφανισθεί μετά από μακροχρόνια ύπαρξη διαβήτη, συχνά παραμελείται, όχι λόγω άγνοιας αλλά από αμηχανία ή από φόβο μήπως υποβάλουμε στον ασθενή μας την ιδέα και του δημιουργήσουμε άγχος.
Πολλές φορές στην ερώτηση μας αν έχουν διαπιστώσει μείωση της στυτικής ικανότητας, δεχόμαστε σαν απάντηση την αγωνιώδη ερώτηση: « γιατί μπορεί να μου συμβεί; και αν ναι μετά από πόσα χρόνια διαβήτη;» Αυτό με τους νέους. Τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας αισθάνονται αμήχανα ή και ότι θα έπρεπε να ντρέπονται που νοιώθουν σαν πρόβλημα την μειωμένη σεξουαλική δραστηριότητα τους.
Σπάνια θα αναφερθούν οι ίδιοι στο πρόβλημα αλλά νοιώθουν μεγάλη ανακούφιση αν το θίξει ο γιατρός και έτσι φανεί και κάποια προοπτική λύσης.
Μου φαίνεται παράξενο ότι σπάνια θίγεται το θέμα από την σύζυγο, σαν να θεωρεί ότι θα εκθέσει τον άντρα της. Μερικές φορές μοιάζει σαν να το έχει πάρει απόφαση, σκεπτόμενη ότι όταν οι άνθρωποι ζήσουν αρκετά χρόνια μαζί, δεν θα πρέπει να έχουν και απαιτήσεις για ερωτική ζωή.

Ένα άλλο θέμα είναι αυτό της παραπομπής του ασθενούς σε ψυχίατρο. Οι περισσότεροι γιατροί τον αναφέρουν σαν νευρολόγο ή ψυχολόγο, υιοθετώντας, με αυτό τον τρόπο, το στίγμα που υπάρχει σχετικά με το ψυχιατρικό νόσημα.
Σαν να επρόκειτο για την παραδοχή ότι, για να χρειάζεσαι ψυχιατρική βοήθεια, δεν σημαίνει ότι κάμφθηκαν οι προσαρμοστικοί μηχανισμοί σου, αλλά ότι έχεις χάσει την επαφή σου με την πραγματικότητα. Με άλλα λόγια ψυχίατρο χρειάζονται όσοι δεν έχουν «σώας τας φρένας» άρα βγαίνουν εκτός κοινωνικής οργάνωσης.
Πολλοί είναι αυτοί που υποφέρουν και δεν αναζητούν βοήθεια λόγω αυτής της προκατάληψης. Πέρα όμως από τον οποιονδήποτε κοινωνικό στιγματισμό, πολλοί άνθρωποι θεωρούν την προσφυγή σε ψυχίατρο, προσωπική αποτυχία και ανικανότητα , η δε αναφορά σε ηρεμιστικό ή αντικαταθλιπτικό φάρμακο, συνοδεύεται με επιφώνημα του τύπου : «αποκλείεται, θα πάθω εξάρτηση».

Μακάρι να είχαν οι άνθρωποι παρόμοια αντίδραση σχετικά με το κάπνισμα , το φαγητό και το αλκοόλ.

Να άλλο ένα θέμα- ταμπού. Σπανιότατα θα σου πει με ειλικρίνεια κάποιος που πίνει συστηματικά, πόσο πίνει.
Αν μάλιστα επιμείνεις στο να καθορίσεις με ακρίβεια την ποσότητα, η απάντηση είναι : «μα προς Θεού δεν είμαι αλκοολικός, άμα βρεθούμε με την παρέα.» Συνήθως τη πληροφορία ότι βρίσκεται κάθε βράδυ με την παρέα και ότι γίνεται κατάχρηση σε κρασί, ούζα κ.τ.λ , την παίρνουμε από τη σύζυγο ή από κάποιο από τα παιδιά.
Σπάνια όμως αναφέρουμε και εμείς οι γιατροί τη λέξη αλκοολισμός , σαν να φοβόμαστε ότι θα προσβάλουμε τον ασθενή μας.

Τα παραδείγματα που ανέφερα μέχρι τώρα, αποτελούν μικρό δείγμα της αμήχανης και ανελεύθερης σχέσης που μπορεί να έχουμε με ορισμένους από τους ασθενείς μας.

Υπάρχουν και χώροι, όπως αυτός των σεξουαλικών προτιμήσεων, που μοιάζει να είναι ερμητικά κλειστοί και απροσπέλαστοι.
Οι μη ειδικοί με το θέμα γιατροί, δυσκολευόμαστε πολύ να πούμε στον ασθενή μας, που παραπονείται για καταβολή και απώλεια βάρους, ότι θα πρέπει να κάνει έλεγχο για AIDS, αν πιστεύουμε ότι μπορεί να έχει ομοφυλοφιλικές σχέσεις.
Γιατί;

Γιατί δυσκολευόμαστε, ακόμα και όταν δεν υιοθετούμε καμία από τις υπάρχουσες απόψεις σχετικά με τις σεξουαλικές προτιμήσεις των ανθρώπων, να τις διερευνήσουμε στη συζήτηση που κάνουμε με τον ασθενή μας;

Φαίνεται πως, η αμηχανία που μπορεί να προέρχεται αρχικά από τον ασθενή, διαιωνίζεται από τον θεραπευτή, ο οποίος ασυνείδητα την υιοθετεί .

Το πρόβλημα μου δεν έχει ακαδημαϊκή αξία.

Σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, ξέρω ότι έχω προσωπικά εμπλακεί στα θέματα που ανέφερα, με τρόπο φοβισμένο και ανελεύθερο, έτσι ώστε να μην βοηθήσω τον ασθενή μου εκεί που χρειαζόταν, υπερβαίνοντας αυτά τα ταμπού.
Θέλω να ελπίζω ότι στο μέλλον θα μπορέσω, με απόλυτο σεβασμό στα τόσο ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, να «ανοίξω εγώ την πόρτα».





8 σχόλια:

doctor είπε...

Τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας αισθάνονται αμήχανα ή και ότι θα έπρεπε να ντρέπονται που νοιώθουν σαν πρόβλημα την μειωμένη σεξουαλική δραστηριότητα τους.

*********

Μα όταν κάποιος μεγαλώνει με στερεότυπα από την ημέρα που θα γεννηθεί, τότε είναι φυσιολογική μια τέτοια συμπεριφορά/αντίδραση στο άκουσμα του "προβλήματος" από τον γιατρό, ο οποίος καλείται να γίνει και ψυχολόγος.

doctor (όχι γιατρός!)

fillosofos είπε...

Έχοντας προσωπική εμπειρία από το πόσο δύσκολο είναι να θέσεις τέτοιου είδους προβλήματα ως ασθενής, αλλά και από τις αντιδράσεις που εισέπραξα όταν ανέφερα τα προβλήματα μου θα παραθέσω την άποψη μου για το θέμα.

Από την μεριά του ασθενή, τις περισσότερες φορές, ο γιατρός χάνει τον ρόλο του θεραπευτή και καταλήγει στον ρόλο του κριτή που σε τακτά χρονικά διαστήματα παρακολουθεί και βαθμολογεί τον ασθενή του (έστω και αν η βαθμολογία είναι αποτέλεσμα ιατρικών και όχι γραπτών εξετάσεων) για την πρόοδο του σχετικά με την πάθηση του. Σας βεβαιώνω ότι η ανακοίνωση μια γλυκοζηλιομένης αιμοσφαιρίνης (A1c) από τον γιατρό σε μένα, είναι μια αγωνιώδης και αγχωτική στιγμή. Μερικές φορές το να αναφέρεις επιπλέον "επιβαρυντικά" στοιχεία στον γιατρό σου και μάλιστα τόσο προσωπικά όπως μια στυτική δυσλειτουργία ή μια διαφορετική σεξουαλική προτίμηση ή την εξάρτηση σου από ουσίες όπως το αλκοόλ και την νικοτίνη είναι σαν να προδίδεις τον εαυτό σου στην αστυνομία. Ειδικά αν το έχεις προσπαθήσει ξανά και έχεις εισπράξει το βλέμμα της απαξίωσης, αυτό το ξαφνικό γυάλισμα στο μάτι που σε κάνει μια ακόμη πιο δύσκολη περίπτωση στα μάτια του γιατρού. Του γιατρού που χρειάζεσαι να τον αγαπάς και να σε αγαπάει.

Από την μεριά του γιατρού (όπως πιστεύω) πολλές φορές παρακάμπτεται το θέμα για να περάσει στον επόμενο ασθενή αφού όλες αυτές οι "επιπλοκές" θέλουν χρόνο, εξετάσεις και διάβασμα που δεν αποφέρει αυτά που μπορεί να αποφέρει μια "εύκολη" περίπτωση. Έτσι βοηθάνε τον ασθενή να θάψει τις ιδιαιτερότητες του και έτσι να ταιριάξει με το μοντέλο που αυτοί οι "γιατροί" έχουν πλασμένο στο μυαλό τους και "ξέρουν" να αντιμετωπίζουν.

Συγχωρέστε με αν διαφωνείτε μαζί μου αλλά είναι δύσκολο, όντας ο ίδιος πάσχοντας, να αρθρώσω αντικειμενικό λόγο, παρά μόνο να προβάλλω την εικόνα που ζω.

Unknown είπε...

Μπορεί να (νομίζετε ότι) μην έχει ακαδημαϊκή αξία, αλλά έχει θεραπευτική - και αυτό το κάνει σημαντικό εξαρχής.

s_pablo είπε...

Βρίσκω εξαιρετικό τον τρόπο που θίγετε κάποια θέματα ταμπού.

Πάντοτε έβλεπα τον γιατρό ως εξομολόγο και ομολογώ ότι μερικές από τις πιο κρυφές πτυχές της ζωής μου τις αγνοούν οι φίλοι μου και τις ξέρουν οι γιατροί μου.

Πιστεύω ότι το πρόβλημα, όμως, δεν είναι στον ασθενή, αλλά στον γιατρό. Καλώς ή κακώς, είναι δική του υποχρέωση να θέσει τα ζητήματα στον ασθενή και να τον φέρει σε επαφή με αυτά που καμιά φορά κρύβει και από τον ίδιο του τον εαυτό.

Marianna είπε...

@s_pablo

Συμφωνώ απόλυτα, ο γιατρός έχει την ευθύνη και την υποχρέωση,να ανοίξει τη συζήτηση ΄σχετικά με θέματα που είναι ευαίσθητα, ή τουλάχιστον να ενθαρρύνει τον ασθενή του στο να το κάνει.
Οι συνθήκες εργασίας στα Νοσοκομεία ( έλλειψη χώρου , χρόνου, κόσμος που μπαινοβγαίνει την ώρα της εξέτασης), κάθε άλλο παρά βοηθάνε προς αυτή την κατεύθυνση.
Όμως όπως αναφέρει στο σχόλιο του ο filosofos< καθοριστικό ρόλο παίζει η νοοτροπία των γιατρών και η ανασφάλεια που νοιώθουν όταν καλούνται να αντιμετωπίσουν προβλήματα που ξεφεύγουν από τη διαχείριση βιολογικών παραμέτρων.

Unknown είπε...

μήπως και η διάγνωση δεν είναι μία ή περισσότερες λέξεις?
πάντα υπάρχει τρόπος κάτι να ειπωθεί με τον κατάλληλο τρόπο!

Marianna είπε...

@ ελενη τροβά

Το πως θα ανακοινώσει κανείς την διάγνωση, το πως θα συνοδέψει τον ασθενή του στο να την αποδεχθεί, είναι ενα τεράστιο κεφάλαιο, για το οποίο ουδέποτε διδαχθήκαμε.

Unknown είπε...

νομίζω ότι αυτό συμβαίνει σε όλες τις επιστήμες οι οποίες στο βάθος παραμένουν ερμητικές και το επιδιώκουν. Αποτέλεσμα είναι να μην υπάρχει κώδικας επικοινωνίας με τον άλλο, ασθενή, πάσχοντα ή έχοντα πρόβλημα. Και για τους νομικούς, τους κατ'εξοχήν χειριστές του λόγου το πρόβλημα είναι όμοιο. Θυμηθείτε τα λατινικά ως κώδικα... και τις περίπλοκες λέξεις που νόημα δεν κάνουν στον αδαή...
Από την άλλη μεριά υπάρχουν λέξεις που από μόνες τους φονεύουν και γι'αυτό ξορκίζονται.