Σάββατο, Μαρτίου 31, 2007

Μεταθέτοντας το πρόβλημα




Η ιδέα γι’αυτό το post προέκυψε μέσα από συζήτηση, που είχα πριν μερικές ημέρες με δύο ανθρώπους, μια φίλη και έναν ασθενή μου.

Η φίλη μου με πήρε να μου πει ότι επισκέφθηκε διαιτολόγο (πρέπει να χάσει περί τα 15 κιλά λόγω προβλημάτων υγείας) ο οποίος της είπε να συνοδεύει κάθε γεύμα με άφθονη σαλάτα για να έχει το αίσθημα του κορεσμού.

Ακολούθησε ο παρακάτω διάλογος:

Εγώ:
- Έτσι δίνουμε πάντα γιατί αλλιώς νοιώθει πείνα κανείς και δεν τηρεί το διαιτολόγιο.
- Ναι αλλά εγώ δεν μπορώ να φάω σαλάτα, μου πέφτει βαριά, δεν έχω φάει σχεδόν ποτέ στη ζωή μου (αυτό ειπωμένο με ύφος εκνευρισμένο σαν να την είχαν προσβάλει).
- Δοκίμασε να φας βραστή σαλάτα, είναι πιο εύπεπτη .
- Α πα, πα δεν μου αρέσει καθόλου.
- Εντάξει τότε δεν θα έχει σαλάτα το γεύμα σου
- Μα δεν μπορεί να χορτάσω μόνο με την ποσότητα που έχω για κυρίως γεύμα!
- Αν αυξήσεις την ποσότητα αυτή, δεν θα καταφέρεις να χάσεις ούτε τα μισά από τα κιλά που πρέπει να χάσεις.
- Ε ναι, αλλά πως θα γίνει!

Στη δεύτερη περίπτωση, μιλάω με έναν νέο που έχει 20 χρόνια διαβήτη, κάνει τρεις ενέσεις την ημέρα και τώρα παρουσιάζει περίεργες διακυμάνσεις στις τιμές του ζαχάρου, που οφείλονται στο ότι έχει, όπως οι περισσότεροι νέοι, ακατάστατο ωράριο γευμάτων. Πριν από μερικές ημέρες έπαθε μια βαριά υπογλυκαιμία στον ύπνο του, τραυματίστηκε δαγκώνοντας τη γλώσσα του και τρόμαξε πολύ από το όλο συμβάν.

Έχω ήδη αναφερθεί σε αυτό, αλλά για όσους δεν ξέρουν από διαβήτη, πρέπει να πω ότι οι ενέσεις ινσουλίνης γίνονται με λεπτότατες κοντές βελόνες, δεν έχουν σχέση με αυτές που κάνουμε σαν ενδομυϊκές ή ενδοφλέβιες και ως εκ τούτου δεν πονάνε σχεδόν καθόλου.

Προκειμένου να μπορεί να έχει το πρόγραμμα ζωής που θέλει αλλά και καλή ρύθμιση του ζαχάρου του προτείνω να κάνει το πιο σύγχρονο σχήμα ινσουλινοθεραπείας που δίνει ελευθερία κινήσεων, αλλά προϋποθέτει την ύπαρξη τεσσάρων ενέσεων την ημέρα και περισσότερες μετρήσεις ζαχάρου, από τις δύο που κάνει ο ασθενής μου τώρα.

Η αντίδραση του ήταν:
- Μα τι μου λέτε τώρα; Να κάνω και άλλη ένεση;
- Αυτό που λέω είναι ότι υπάρχει σχήμα που μπορεί να σου δώσει την δυνατότητα να τρως όποτε θέλεις, να μειώσεις τον κίνδυνο εμφάνισης υπογλυκαιμιών, να έχεις καλή ρύθμιση του ζαχάρου σου. Για να γίνει αυτό χρειάζεται να κάνεις 4 αντί για 3 ενέσεις και να μετράς το ζάχαρο σου, πιο συχνά σε σχέση με τώρα.

Ακολουθεί έκφραση εκνευρισμού και αγανάκτησης και το «μα ποιος τα κάνει αυτά;»
- Όλοι οι νέοι που έχουν όπως εσύ το ίδιο πρόβλημα.
- Πολύ ωραία! τέλος πάντων δεν βλέπω να ακολουθώ αυτό το σχήμα
- Τότε ας μείνουμε σε αυτό που κάνεις αλλά να κοιμάσαι με πιο υψηλές τιμές ζαχάρου ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος υπογλυκαιμίας στον ύπνο.
- Ναι αλλά έτσι μπορεί να πάθουν τα μάτια μου….

Θεωρώ χαρακτηριστικό των δυο παραπάνω τύπων συμπεριφοράς, το ότι τα άτομα χρεώνουν τον άλλον ή τους άλλους με το πρόβλημα που καλούνται οι ίδιοι να αντιμετωπίσουν, ενώ οι ίδιοι είναι απρόθυμοι να κάνουν οιαδήποτε παραχώρηση.

Δεν λένε δηλαδή: «Μου συνέβη κάτι, πρέπει να το αντιμετωπίσω, δεν μπορώ να υιοθετήσω αυτό που μου συστήνουν, άρα παραμένουν τα πράγματα ως έχουν, μέχρι να βρεθεί μια πιο εφικτή για μένα λύση» αλλά: «αυτό που μου προτείνεται δεν το μπορώ, δεν δέχομαι να παραμείνουν τα πράγματα όπως έχουν, δες εσύ τι θα κάνεις για να λύσεις το πρόβλημά μου».

Είναι δε χαρακτηριστικό το ότι με σου μεταφέρουν την ευθύνη των τυχόν προβλημάτων που μπορεί να προκύψουν, από το γεγονός ότι δεν βρήκες ΤΗ λύση.


Όπως: «και τι θα γίνει που εγώ με αυτά τα κιλά δυσπνοώ;» ή: «αν ξαναπάθω υπογλυκαιμία στον ύπνο μου και δεν συνέρχομαι;».

Ίσως να παίζει ρόλο και το πόσο επιρρεπής είναι ο συνομιλητής στο «να φορτωθεί» την απροθυμία ή αδυναμία του άμεσα ενδιαφερόμενου, για αλλαγή στάσης.


Ενδεχομένως κάποιος αδιάφορος θεραπευτής να μην άφηνε περιθώρια για διαπραγμάτευση, να έδινε την συνταγή με το νέο σχήμα και να τέλειωνε η συζήτηση εκεί.

Τι γίνεται όμως όταν από την μια δεν θέλεις να υιοθετείς παρόμοιο τρόπο συμπεριφοράς με τους ασθενείς σου, αλλά από την άλλη οι ίδιοι δεν έχουν μάθει να παίρνουν το μερίδιο της ευθύνης που τους αναλογεί, πράγμα που μπορεί να συμβαίνει και σε άλλους τομείς της ζωής τους.

Υπάρχει βέβαια ολόκληρη θεωρία, το health locus of control και το health belief model, που αναφέρονται στους τύπους των ανθρώπων ανάλογα με το ποιος πιστεύουν ότι είναι υπεύθυνος για την έκβαση της υγείας τους.

Σύμφωνα με αυτές λοιπόν υπάρχουν εκείνοι που θεωρούν ότι υπεύθυνοι για την υγεία τους είναι μόνο οι ίδιοι. Άλλοι αναθέτουν τα πάντα στον θεραπευτή και άλλοι στην τύχη ή τον Θεό.

Μένει τώρα να εξετασθεί το πώς αντιδρά συνήθως ο θεραπευτής και πώς θα έπρεπε να αντιδράσει προκειμένου να ξεπεραστεί το πρόβλημα.

Πέμπτη, Μαρτίου 22, 2007

Ιδεολογία του σώματος


Το προηγούμενο post έδινε μερικές γενικές πληροφορίες σχετικά με την «σωστή» διατροφή. Όμως τις περισσότερες φορές, στην συζήτηση με τους ασθενείς μου, όταν αναφέρομαι στο ότι έχουν περισσότερα κιλά από το φυσιολογικό, για το ύψος τους, βάρος, μου λένε: «μήπως έχετε να μου δώσετε κάποιο διαιτολόγιο;».

Ξέρω ότι έχουν πάρει και έχουν κρεμάσει σε κάποιο ντουλάπι της κουζίνας τους καμιά δεκαριά μέχρι τώρα, γι αυτό και τους ρωτάω: «τι είναι αυτό που δεν ξέρετε και θέλετε να σας πούμε, σχετικά με το θέμα φαγητό;».

Η συνηθισμένη απάντηση είναι: «ναι, ξέρω τι πρέπει να κάνω αλλά δεν το κάνω τελικά».

Θα παραθέσω μερικές σκέψεις, για την σχέση που έχουμε, εμείς σαν άτομα, η κοινωνία αλλά και η Ιατρική, με την έννοια «Σώμα».

Τις τελευταίες δεκαετίες έχει δημιουργηθεί μία μυθολογία του υγιούς και εύρωστου σώματος που επηρεάζει τα πάντα: την κοινωνική μας αποδοχή, την σχέση μας με τον εαυτό μας, τις προσδοκίες για το μέλλον μας. Είναι κάτι παραπάνω από μία εικόνα – είναι μία πίστη.

Η βιομηχανία της μόδας και της ομορφιάς, η εξάπλωση των ρεκόρ και του ντοπαρίσματος στον αθλητισμό καθώς και η έκρηξη στην προώθηση της σωματικής ευρωστίας (physical fitness) σαν πρότυπο επιτυχίας, έδωσαν μια σημαντική κοινωνική διάσταση στην έννοια Σώμα.

Οι κοινωνιολόγοι δεν έδειχναν μέχρι πριν μερικά χρόνια να ενδιαφέρονται για τις συμβολικές σχέσεις που υπάρχουν ανάμεσα στα «σώματα» και τις κοινωνικές δομές.

Σε αντίθεση, οι ανθρωπολόγοι, εκ παραδόσεως μελετούσαν το πώς μέσα από το συμβολισμό του σώματος καθορίζονται μικρής κλίμακας κοινωνίες.

Στα τέλη του 19ου αιώνα αναπτύχθηκε ένα νέο σκεπτικό για την ιατρική παρατήρηση, με στόχο την συλλογή πληροφοριών ώστε να αντιμετωπίζουμε αποτελεσματικότερα τα προβλήματα υγείας του πληθυσμού. Αναφέρομαι στην επιστήμη της επιδημιολογίας.

Χάρη σε αυτήν, η ιατρική του 20ου αιώνα εστιάζεται ιδιαίτερα στην πρόληψη, δημιουργώντας την έννοια του υγιούς αλλά «υψηλού κινδύνου» ατόμου.

Η ανάπτυξη της επιδημιολογίας βασίζεται πάνω στην τεκμηρίωση τύπων ασθενειών και παραγόντων κινδύνου, δια μέσου της μελέτης μεγάλων πληθυσμών.

Αυτή με την συνεχή καταγραφή κοινών χαρακτηριστικών, αναγνωρίζει τάσεις και ομάδες υψηλού κινδύνου.

Στο χώρο αυτόν της Ιατρικής το σώμα, αποκτά καθοριστική σημασία. Το άτομο γίνεται υπεύθυνο για την σωστή διαχείριση του σώματός του και σαν αποτέλεσμα, την πρόληψη της νόσησης.

Η σύγχρονη κοινωνική ιατρική, που στοχεύει στην προαγωγή της υγείας, εστιάζει στο άτομο, συσχετίζοντας τα «νοσήματα τρόπου ζωής» με ατομικές συμπεριφορές.

Συχνά, όμως, η εκπαίδευση σε θέματα υγείας μετατρέπεται σε ιδεολογικό κίνημα που καθορίζει κοινωνικές πρακτικές και νουθεσίες για το πώς θα πρέπει τα άτομα να συμπεριφέρονται στο σώμα τους, τι να τρώνε, πόσο να ασκούνται, ποια να είναι η σεξουαλική τους συμπεριφορά.

Σε πολλές χώρες (στην Ελλάδα δεν συμβαίνει κάτι παρόμοιο) οι κυβερνήσεις χρηματοδοτούν εκστρατείες ενημέρωσης σε θέματα υγείας για να προειδοποιήσουν το κοινό σχετικά με διάφορους κινδύνους που τους απειλούν. Αυτό γίνεται με βάση την υπόθεση ότι η γνώση και η συνεχής ενημέρωση των κινδύνων για την υγεία, που ενέχουν ορισμένες δραστηριότητες, θα οδηγήσει στην αποφυγή τους.

Ωστόσο η πίεση που ασκούν τόσο οι παραινέσεις την ιατρικής κοινότητας, όσο και οι προβολή ανάλογων θεμάτων από τα ΜΜΕ και οι κρατικές ή άλλες εκστρατείες είναι φυσικό να δημιουργεί αντιδράσεις. Έτσι αναπτύσσεται μια «διελκυστίνδα» ανάμεσα, στην επιθυμία των ατόμων να συμπεριφέρονται όπως αυτά θέλουν και στο δικαίωμα της κοινωνίας να ελέγχει το σώμα τους, στο όνομα της υγείας.

Το παράδειγμα που ακολουθεί δίνει ίσως μια παραστατική απεικόνιση των παραπάνω:

Παρακολουθώ μια έφηβη με διαβήτη. Παρά τις πολλές μονάδες ινσουλίνης οι τιμές του ζαχάρου παραμένουν υψηλές και το τελευταίο εξάμηνο έχει πάρει πολύ βάρος.

Η αίσθηση μου είναι ότι έχουμε μια καλή και ειλικρινή επικοινωνία. Της προτείνω να ξεκινήσει πρόγραμμα διατροφής και μετά από συνεννόηση, την παραπέμπω στην ψυχολόγο του τμήματος (ελλείψει διαιτολόγου η εκπαιδεύτρια που είναι ψυχολόγος ασχολείται και με τα διαιτολόγια των ασθενών του Κέντρου).

Μετά από πέντε επισκέψεις μαθαίνω ότι όταν οι φίλοι της είπαν: «εσύ δεν έχεις πρόβλημα, λόγω του διαβήτη σου έτσι και αλλιώς προσέχεις», έβαλε στοίχημα να φάει περισσότερα γλυκά από όλη την τάξη!

Ερμηνεύω την πράξη της σαν κίνηση αντίδρασης και «κόντρας» με το περιβάλλον της και τους συνομήλικους της.

Φοβάμαι ότι υπάρχει ένας υποβόσκων σύγχρονος πουριτανισμός, που πρεσβεύει ότι τα άτομα έχουν τα ίδια την ευθύνη να είναι fit and healthy μέσα από συγκεκριμένες δίαιτες άσκηση, και υγιεινό τρόπο ζωής.

Η βιομηχανία γύρω από τα καλλυντικά, την μόδα, τα spa και τα κέντρα ανανέωσης , τα ινστιτούτα αδυνατίσματος και βεβαίως οι κλινικές πλαστικής χειρουργικής, μεταφέρουν μετ’επιτάσεως το μήνυμα ότι: η νεότητα και η ομορφιά είναι προϋποθέσεις του φυσιολογικού και του κοινωνικά αποδεκτού.

Το σώμα που γερνάει, το σώμα που γίνεται ανίκανο, αποτελεί για τον δυτικό πολιτισμό, πηγή μεγάλου άγχους.

Δεν πιστεύω ότι θα πείσουμε τους ασθενείς μας να φροντίσουν την υγεία τους, μέσα από τέτοια μοντέλα.

Έτσι, ενώ ξέρω πολύ καλά ότι για να ρυθμιστεί το ζάχαρο πρέπει να ακολουθήσει κανείς μια προσεγμένη διατροφή. Ότι όταν γυμνάζεσαι ή κάνεις κάποιο άθλημα, βοηθάς το σώμα σου και τις αρθρώσεις σου να αντιμετωπίσουν την φθορά του χρόνου…

…και ενώ θεωρώ την παχυσαρκία απειλή όχι μόνο για βιολογικές παραμέτρους (πίεση, ζάχαρο, χοληστερίνη) αλλά και για την ψυχολογική μας ευεξία, ασχέτως κοινωνικών προτύπων...

…αρνούμαι να προσκολληθώ στη λογική επιβολής ενός ιδανικού προτύπου για το σώμα την ευεξία και την υγεία.

Προσπαθώ να περάσω τις αξίες μέσα από την ίδια την συνείδηση του ασθενούς, ώστε να θελήσει ο ίδιος να αλλάξει τον τρόπο της ζωής του.

Όσο πιο ισορροπημένος νοιώθει, τόσο περισσότερο θα ασχοληθεί και θα φροντίσει το σώμα του, χωρίς υπερβολή και περιττή καταπόνηση.

Θα πρέπει όμως να μπορεί να αφήσει χώρο και να δεχθεί την φθορά και την μείωση της ικανότητας που αυτή συνεπάγεται.

Νομίζω ότι μπορούμε, σαν θεραπευτές, να παίξουμε σημαντικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση.

Δευτέρα, Μαρτίου 19, 2007

Περι διατροφής πόνημα



Θα ασχοληθώ σε αυτό το post με το θέμα διατροφή: αφενός επειδή μου ζητήθηκε αφετέρου επειδή η σωστή διατροφή και ειδικότερα ο τρόπος ζωής (life style) είναι οι σημαντικότερες παράμετροι, τόσο για την πρόληψη όσο και την αντιμετώπιση του διαβήτη.

Με τον όρο life style εννοούμε τόσο την ισορροπημένη διατροφή όσο και την σωματική δραστηριότητα στην καθημερινή μας ζωή.

Δεν χρησιμοποιώ τους όρους άσκηση και δίαιτα, ακριβώς γιατί δεν πρόκειται κατ΄ανάγκη για στέρηση και καταπόνηση.

Ο χώρος της διατροφολογίας αποτελεί πεδίο όπου ακούγονται και γράφονται διάφορες δοξασίες και προτείνονται μαγικές λύσεις υποσχόμενες απώλεια βάρους δεκάδων κιλών σε ελάχιστο χρονικό διάστημα.

Είναι δε γεγονός ότι τα επιστημονικά δεδομένα αλλάζουν κάθε τόσο, πράγμα που δίνει χώρο στο να αναπτύσσονται νέες θεωρίες οι περισσότερες από αυτές δεν έχουν καμία επιστημονική τεκμηρίωση.

Δηλώνω από την αρχή, ότι λόγω Διαβητολογίας έχω ιδιαίτερη σχέση με θέματα που αφορούν την διατροφή, αλλά δεν είμαι ειδικός (διαιτολόγος ή διατροφολόγος).

Το αν είναι κάποιος υπέρβαρος ή παχύσαρκος ορίζεται από την τιμή του δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ). Αυτός προσδιορίζεται από τον τύπο : βάρος / ύψος 2 σε εκ. Αν ο ΔΜΣ είναι πάνω από 25 έως 30 το άτομο είναι υπέρβαρο, από 30 έως 40 παχύσαρκο και πάνω από 40 πρόκειται για νοσηρή παχυσαρκία.

Η παχυσαρκία αποτελεί την κύρια αιτία εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 και όπως έχει ήδη καταδειχθεί, από μελέτες, η απώλεια του 5-7% του βάρους, μπορεί να αναστρέψει υπάρχουσα προδιάθεση για εμφάνιση της νόσου.

Για να χάσει κανείς βάρος πρέπει να μειώσει το προσλαμβανόμενο ποσό θερμίδων ή να αυξήσει σημαντικά την κατανάλωση θερμίδων.

Κάθε διαιτολόγιο πρέπει να είναι ισορροπημένο ως προς το ποσοστό πρωτεϊνών, υδατανθράκων και λιπών. Αυτό σημαίνει ότι σε κάθε γεύμα πρέπει να υπάρχουν υδατάνθρακες, γιατί αυτοί αποτελούν πηγή ενέργειας τόσο για το σώμα όσο και για τον εγκέφαλο.

Οι πρωτεΐνες είναι απαραίτητες γιατί «χτίζουν» το μυϊκό μας σύστημα, τέλος τα λίπη πρέπει να είναι περιορισμένα σε ποσότητα μια και δίνουν πολλές θερμίδες (9 ανά γραμμάριο – οι πρωτεΐνες και οι υδατάνθρακες 4/γρ) αλλά είναι απαραίτητα για να μπορέσουμε να απορροφήσουμε τις λιποδιαλυτές βιταμίνες όπως τη βιταμίνη D.

Το πόσο θα παχύνουμε εξαρτάται από τον βασικό μεταβολισμό που έχουμε, την ποσότητα των θερμίδων που παίρνουμε και την ποσότητα των θερμίδων που καταναλώνουμε με την σωματική άσκηση.

Ο βασικός μεταβολισμός είναι γενετικά καθορισμένος, μειώνεται όσο μεγαλώνουμε. Στις γυναίκες η εμμηνόπαυση μας τον μειώνει κατά 350 θερμίδες ημερησίως.

Μπορούμε να τον αυξήσουμε όμως σε κάποιο ποσοστό αν κάνουμε αερόβια άσκηση, όπως γρήγορο περπάτημα, χορό, κολύμπι, ποδήλατο, κ.τ.λ.

Για να χάσουμε 1 κιλό χρειάζεται να είμαστε μείον 7000 θερμίδες. Από αυτό καταλαβαίνουμε ότι δεν είναι δυνατόν να χαθεί 1 χιλιόγραμμο λιπώδους ιστού, σε λιγότερο από 10-15 ημέρες, αναλόγως βέβαια του πόσο τρώγαμε πριν. Κάποιος που καταναλώνει 3000 θερμίδες ημερησίως μπορεί πιο εύκολα να χάσει ένα κιλό από αυτόν που καταναλώνει 1700, γιατί για να πέσει στις 1000 θερμίδες πρέπει κυριολεκτικά να πεινάει όλη την ημέρα.

Έχει σημασία όταν κάνουμε προσπάθεια απώλειας βάρους, αυτή να συνοδεύεται με άσκηση, αλλιώς χάνουμε μυϊκή μάζα.

Σε τι πειράζει αυτό; Ο μυϊκός ιστός είναι μεταβολικά ενεργός, που σημαίνει ότι μειώνεται η μάζα του μειώνεται και ο μεταβολισμός. Άρα αδυνατίζουμε δυσκολότερα.

Ο λιπώδης ιστός είναι όργανο παραγωγής ορμονών όπως η λεπτίνη και η ρεσιστίνη, καθώς και άλλων παραγόντων που έχουν αθηρωματογόνο δράση. Άρα σε καμία περίπτωση δεν θέλουμε να χάνουμε μυϊκή μάζα και να μένει το λίπος.

Δεν υπάρχουν επιστημονικά τεκμηριωμένες μελέτες που να υποστηρίζουν ότι έχει σημασία ο συνδυασμός των τροφών για την γρηγορότερη απώλεια βάρους. Η κατανάλωση υδατανθράκων είναι απαραίτητη είτε έχει κανείς διαβήτη είτε όχι. Δίαιτες όπως η Atkins προκαλούν έντονο αίσθημα κόπωσης, αδυναμία συγκέντρωσης και γρήγορα ξαναπαίρνει κανείς τα κιλά που έχασε μόλις σταματήσει την συγκεκριμένη δίαιτα.

Το να λαμβάνει κανείς υπόψη του τον γλυκαιμικό δείκτη βοηθάει στην ομαλότερη αύξηση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα μεταγευματικά, κάτι που έχει σημασία όταν υπάρχει διαβήτης.

Οι πλειονότητα των ασθενών που είναι παχύσαρκοι (και είναι μεγάλος ο αριθμός) δηλώνουν: «τρώω μια φορά την ημέρα». Αυτό δεν σημαίνει πως τρώνε λιγότερο.

Δεν υπάρχουν, όπως έγραψα παραπάνω, μαγικές λύσεις. Για να αδυνατίσουμε χρειάζεται να περιορίσουμε το φαγητό! Το πώς θα γίνει αυτό, σταδιακά και με παρακολούθηση, είναι πράγματι θέμα ειδικών ιδίως όταν υπάρχει σοβαρό πρόβλημα.

Το ζητούμενο δεν είναι μόνο να χαθούν τα παραπάνω κιλά αλλά να μην τα ξαναπάρουμε μετά από κάποιους μήνες.

Μερικά tips:
• Ας συνηθίσουμε να διαβάζουμε τις ετικέτες των προϊόντων που καταναλώνουμε. Εκεί θα δείτε πόσες θερμίδες …φορτώνεστε.
• Μην μας ξεγελάει κάτι, επειδή αναφέρεται ως light. Σε μεγάλη ποσότητα προσφέρει πολλές θερμίδες.
• Γλυκά χωρίς ζάχαρη είναι συνήθως πιο παχυντικά γιατί περιέχουν πολύ σαντιγί, αλλά μοιάζουν ελαφριά.
• Τα αναψυκτικά έχουν πολύ ζάχαρη, (εκτός από τα light) και καταναλώνονται εύκολα σε μεγάλη ποσότητα.
• Το λάδι είναι μεν υγιεινό, αλλά μια κουταλιά έχει 100 θερμίδες, ας μην ξεχνάμε ότι σε μια σαλάτα βάζουμε τουλάχιστον 400.
• Μια μακαρονάδα με πολύ ντομάτα και λίγο λάδι έχει τις μισές θερμίδες από την ίδια ποσότητα αν είναι καρμπονάρα (με κρέμα γάλακτος και τυριά).
• Η ύπαρξη σαλάτας (χωρίς dressing) σε κάθε γεύμα βοηθάει στο να έχουμε αίσθημα κορεσμού.
• Οι ξηροί καρποί, όπως τα φιστίκια, έχουν 600 θερμίδες τα 100 γρ (άνετα τρώει κανείς σε ένα βράδυ με παρέα 200 ή 300 γρ).
• Το αλκοόλ έχει θερμίδες – και παχαίνει!

Αυτές είναι οι βασικές πληροφορίες σχετικά με την διατροφή. Δυστυχώς οι οδηγίες αυτές είναι τόσο βαρετές όσο και η δίαιτα. Σε επόμενο post θα ήθελα να κουβεντιάσουμε το γιατί συνήθως δεν εφαρμόζονται.


Κυριακή, Μαρτίου 11, 2007

Τα άσχημα νέα




Στην ειδικότητα μου, σε δύο περιπτώσεις ερχόμαστε αντιμέτωποι με την ανακοίνωση κακών νέων. Η μια είναι όταν πρέπει να πεις σε έφηβο ή νέο ότι του εμφανίστηκε διαβήτης, ότι δεν υπάρχει με τα σημερινά δεδομένα, αποτελεσματική θεραπεία και ότι χρειάζεται να κάνει από εδώ και πέρα, καθημερινά, μια σειρά ενεργειών όπως 3-4 ενέσεις ινσουλίνης και ανάλογες μετρήσεις σακχάρου από το δάκτυλο, να προσέχει την διατροφή του, κτλ.

Η δεύτερη είναι όταν πρέπει να ενημερώσεις κάποιον για την εμφάνιση επιπλοκής, λόγω της μακροχρόνιας ύπαρξης του διαβήτη, όπως π. χ. αρχόμενη νεφρική ανεπάρκεια.

Δεν έχω απόλυτα καταλάβει γιατί, ενώ την ανακοίνωση της εμφάνισης του διαβήτη μπορώ να την διαχειριστώ με τρόπο που να στηρίξει αυτόν που το πληροφορείται (είναι κάτι που το έχω δει και στην πράξη), η προοπτική ανακοίνωσης επιπλοκών με δυσκολεύει πολύ.

Ας μιλήσουμε για την αρχική ανακοίνωση. Είτε πρόκειται για διαβήτη είτε για άλλο νόσημα, συμπεριλαμβανομένου και του καρκίνου, θεωρώ ότι ο τρόπος που θα το πληροφορηθεί ο ασθενής είναι σημαντικός. Μπορεί να καθορίσει, σε μεγάλο βαθμό, την στάση του στο μέλλον.

Πέρα από τον προσωπικό τρόπο του καθενός, πιστεύω ότι υπάρχουν ορισμένες βασικές αρχές για τους θεραπευτές:

α) Να είναι ο θεραπευτής απόλυτα ειλικρινής με τον ασθενή του. Εδώ κατά τη γνώμη μου υπάρχει σωρεία αυθαίρετων ερμηνειών της έννοιας «ειλικρίνεια». Δεν σημαίνει ότι πετάς τη διάγνωση, σαν κοτρόνα στο κεφάλι του άλλου και αν αυτός επιζήσει, σημαίνει ότι το άντεξε. Φράσεις του τύπου: «έχετε καρκίνο και εκτιμώ ότι το προσδόκιμο επιβίωσης σας είναι περίπου 2-3 χρόνια» είναι πέρα από κάθε ηθική δεοντολογία και ίσως και ανόητες μια και κανείς δεν μπορεί να κάνει τέτοιες προβλέψεις.

β) Να του δώσει, πάντα με ειλικρίνεια, όλες τις δυνατότητες που έχει στη διάθεση του για να παλέψει, τονίζοντας τα θετικά σημεία, έτσι ώστε να μπορέσει ο ασθενής να πιαστεί από κάπου. Στον διαβήτη π. χ. μπορούμε να πούμε ότι δεν θεραπεύεται αλλά αντιμετωπίζεται, ότι δεν έχει κληρονομικότητα (ο νεανικός), ότι οι ενέσεις δεν πονάνε καθόλου, ότι γίνεται συνεχώς έρευνα για την οριστική λύση του προβλήματος. Όπως συνηθίζω να λέω: «πιστεύω ότι δεν θα γεράσεις έχοντας διαβήτη, γιατί πολύ νωρίτερα θα υπάρχει οριστική θεραπεία».

γ) Να κάνει τον ασθενή του να νοιώσει ότι δεν είναι μόνος του και ότι αυτός, σαν θεραπευτής, θα είναι μαζί του και θα τον βοηθήσει σε ό,τι χρειασθεί.

δ) Να απαντήσει σε κάθε ερώτηση, όσο ανόητη και αν του φαίνεται, όσες φορές και αν χρειασθεί να επαναλάβει το ίδιο πράγμα. Οι περισσότεροι ασθενείς μετά από μερικές ημέρες έχουν διατυπωμένες πολλές ερωτήσεις, κυρίως γύρω από τις επιπλοκές. Αν φοβόνται να τις θέσουν, μπορούμε να περιμένουμε, θα γίνει όταν οι ίδιοι είναι έτοιμοι.

Δεν βλέπω κανένα λόγο να απαριθμήσω όλες τις πιθανές επιπλοκές που ενδέχεται να παρουσιασθούν μετά από χρόνια, με μόνο γνώμονα το να είμαι σωστή στην ενημέρωση μου προς τον ασθενή.

ε) Να δώσει στον ασθενή του όσο χρόνο του χρειάζεται για να πενθήσει ή να επαναστατήσει, επειδή έχασε αμετάκλητα την υγεία του.

Φράσεις του τύπου: «έλα, όλα καλά θα πάνε, υπάρχουν πολύ χειρότερα», ή: «μην κάνεις έτσι, δεν βοηθάς τα πράγματα», «δεν είναι τίποτα σοβαρό, ένας άλλος τρόπος ζωής είναι και αυτός», ακούγονται συχνά από γιατρούς, που με όλη την καλή τους θέληση, πιστεύουν ότι έτσι μειώνουν τη βαρύτητα του προβλήματος.

Πολλές φορές βλέπουμε τον ασθενή μας να διατηρεί μια παράξενη ψυχραιμία, προκειμένου να μην επιβαρύνει τους δικούς του, οι οποίοι δείχνουν καταρρακωμένοι.


Η ενημέρωση και υποστήριξη των συγγενών, είναι εξίσου σημαντική με αυτή του ίδιου του ασθενούς. Συχνά, αυτοί χρειάζονται μεγαλύτερη στήριξη για να δοθεί ο απαιτούμενος χώρος σε αυτόν που έχει το πρόβλημα, να εκδηλώσει το φόβο του ή τη θλίψη του.

Πρέπει να μπορούμε, σαν θεραπευτές να δεχθούμε ότι, όσο και να θέλουμε να πλησιάσουμε, την ώρα εκείνη ο άνθρωπος που έχουμε απέναντι μας έχει το πρόβλημα και νοιώθει, ως προς αυτό, μόνος του.

Κυριακή, Μαρτίου 04, 2007

Παραμορφωμένες Αφροδίτες



Παίρνοντας αφορμή από τα τόσο ενδιαφέροντα σχόλια, σχετικά με την εκπαίδευση σε θέματα επικοινωνίας θεραπευτή-ασθενούς, σκέφτηκα να περιγράψω, σε αυτό το post, ένα workshop στο οποίο συμμετείχα πριν από δύο χρόνια.

Το σεμινάριο οργανώθηκε από το Πανεπιστήμιο της Γενεύης, από την έδρα Εκπαίδευσης και Έρευνας στην Εκπαίδευση ασθενών με χρόνιο νόσημα.

Έχω παρακολουθήσει τα τελευταία 12 χρόνια γύρω στα 5 τέτοια εργαστήρια. Το πιο πρόσφατο ήταν φέτος – για το οποίο έγραψα πριν από 3 posts.

Το μέρος που γίνονται είναι πάντα το ίδιο, ένα γαλλόφωνο Ελβετικό χωριό, δύο ώρες από την Γενεύη.

Το θέμα ήταν οι Θρυμματισμένες Αφροδίτες (Vénus brisées).

Ήμασταν περίπου 30 συμμετέχοντες, 20 επαγγελματίες υγείας και 10 ασθενείς (2 με διαβήτη, 2 με σκλήρυνση κατά πλάκας και 4 με καρκίνο).


Σαν πρώτο βήμα χωριστήκαμε σε ζευγάρια. Μας έδωσαν σε κάθε ζευγάρι από μια γύψινη κεφαλή, αντίγραφο της αρχαιοελληνικής Αφροδίτης των Μεδίκων και μας ζήτησαν να πούμε τι σκέψεις μας προκαλεί συνειρμικά η παρατήρηση αυτού του προσώπου σε σχέση με την έννοια Υγεία.

Ακούστηκαν πολλά, με κυριότερη ιδέα αυτή της τελειότητας, του άψογου και το πόσο μας ηρεμούσε η θέα αυτού του τόσο ωραίου προσώπου.

Στη συνέχεια μας μοίρασαν μπογιές, μαρκαδόρους, καρφιά, λίμες, τρυπάνια ή άλλα αιχμηρά αντικείμενα και μας είπαν: «Σας ζητάμε να παραμορφώσετε, να επέμβετε με τα εργαλεία που σας δώσαμε, σε αυτό το πρόσωπο». Η ακριβής φράση στα Γαλλικά ήταν porter atteinte.

Εγώ, που ήμουνα μαζί με ένα Γάλλο γιατρό, ένοιωσα ότι μου ήταν αδύνατον να παραμορφώσω αυτό το όμορφο κεφάλι. Δεδομένου όμως ότι δεν γινόταν αλλιώς, αποφασίσαμε να ζωγραφίσουμε μόνο τρία δάκρυα, που θα κυλάγανε από το ένα μάτι. Πίστευα ότι έτσι δεν ήταν και μεγάλο το κακό που προξένησα. Επειδή επρόκειτο για κούφιο εκμαγείο, βάλαμε και στη μέσα μεριά, ώστε να μην φαίνεται, ένα κομμάτι κόκκινη πλαστελίνη, ορίζοντας ότι αυτό ήταν ένας όγκος στον εγκέφαλο.


Η συνολική διαδικασία κράτησε γύρω στη μισή ώρα. Μετά μαζευτήκαμε γύρω από κάτι δένδρα (ήταν καλοκαίρι και ήμασταν στο βουνό) και το κάθε ζευγάρι παρουσίασε αυτό που είχε κάνει.

Ήταν απίθανο να δει κανείς πως είχαν επιτεθεί και καταστρέψει οι περισσότεροι αυτό το τόσο ωραίο πρόσωπο, αλλά και να ακούσει τι είχαν να πουν γι αυτή τους την επέμβαση.

Μερικά αποσπάσματα από όσα ειπώθηκαν: «Δεν είναι πια άψογη αλλά είναι πιο κοντά μας και πιο ενδιαφέρουσα». « Είναι μια άλλη ομορφιά και αυτή» « Έτσι ήμουνα μετά την χημειοθεραπεία, αλλοιωμένη, αλλά με έβλεπα όμορφη».

Μετά μας είπαν: «Τώρα έχετε στη διάθεση σας νερό, σαπούνι, μπογιά άσπρη, γυαλόχαρτο, προσπαθήστε να την επισκευάσετε, να την αποκαταστήσετε και να την κάνετε όπως ήταν πριν.

Αρχίσαμε όλοι να πλένουμε να ξύνουμε για να φύγει το χρώμα να ξαναβάφουμε πάνω από τις μπογιές.

Ένοιωσα τεράστια απογοήτευση γιατί όταν πήγα να ξεπλύνω τα δάκρυα, έγινε μια μουτζούρα στο πρόσωπο της Αφροδίτης των Μεδίκων. Το αν ήταν μεγάλη η ζημιά ή όχι δεν είχε καμία σημασία. Δεν ήταν πια το άψογο εκείνο πρόσωπο που θαύμαζες και δεν χόρταινες να κοιτάζεις.

Οι ασθενείς δεν είχαν τόση βία να αποκαταστήσουν, μάλιστα κάποια είπε : «Αφού δεν γίνεται όπως πριν, δεν υπάρχει λόγος να προσπαθήσω».

Μας πρότειναν ένας από τους δύο μας να πάρει μαζί του την κεφαλή. Την έδωσα πολύ πρόθυμα στον Γάλλο. Δεν ξέρω γιατί, αλλά δεν ήθελα να την έχω εγώ.


Έχουν κάνει το ίδιο workshop άλλες 5 φορές μα διαφορετικές ομάδες.

Δύο φορές αντί για γιατρούς και νοσηλευτές, είχαν διοικητικούς υπαλλήλους νοσοκομείων και ανθρώπους από το χώρο των οικονομικών της Υγείας.

Στην προτροπή να επέμβουν αλλοιώνοντας την κεφαλή της Αφροδίτης, η πλειονότητα, έδωσε μία, την πέταξε κάτω και, μια και ήταν γύψινη, την θρυμμάτισε.

Ούτε μια φορά δεν συνέβη αυτό στις άλλες ομάδες.

Περιέγραψα αυτή την εμπειρία για να δώσω το στίγμα του πως αντιλαμβάνομαι την εκπαίδευση σε θέματα που έχουν να κάνουν όχι τόσο με γνώσεις αλλά με συμπεριφορά.

Αντιλαμβάνεται δε κανείς πόσο δύσκολο είναι να κάνεις τέτοια ή έστω και λιγότερο σύνθετα εργαστήρια.

Μέσα από αυτή τη διαδικασία, ένοιωσα πράγματα, αντιπαρατέθηκα συναισθηματικά με την αδυναμία μου να αποκαταστήσω (έστω και αν ήξερα βεβαίως ότι δεν είμαι Θεός) και προβληματίστηκα για το πώς διαχειρίζεται ο καθένας μας αυτή την αίσθηση.

Θα μπορούσα να είχα παρακολουθήσει μια καθ’ όλα τεκμηριωμένη διάλεξη με θέμα: «Τα όρια του γιατρού στην θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών του». Νομίζω ότι δύο χρόνια ή και μερικές μέρες μετά, δεν θα θυμόμουνα τίποτα. Το workshop που περιέγραψα με προβληματίζει ακόμα.